en-academic.com en-academic.com
en-academic.com
  • EN
    • RU
    • DE
    • ES
    • FR
  • Remember this site
  • Embed dictionaries into your website

Academic Dictionaries and Encyclopedias

 
  • Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)
  • Interpretations

Ελληνικά-Αγγλικά νέο λεξικό (Greek-English new dictionary)

στρί - συμπ

  • στρίβω
  • στρίγγλα
  • στριγγλίζω
  • στριγκλιά
  • στριγκλίζω
  • στριμώχνω
  • στριφογυρίζω
  • στριφογύρισμα
  • στριφτάρι
  • στροβιλίζομαι
  • στρογγυλός
  • στροφή
  • στρώμα
  • στρώνω
  • στρώση
  • στύβω
  • στυγερός
  • στυγνός
  • στυλ
  • στυλό
  • στυλοβάτης
  • στύλος
  • στυφός
  • στυφότητα
  • συγγενής
  • συγγενικός
  • συγγνώμη
  • συγγνωστός
  • συγγραφέας
  • συγκάλυψη
  • συγκαλώ
  • συγκατάθεση
  • συγκατανεύω
  • συγκεκριμένα
  • συγκεκριμένος
  • συγκεντρώνομαι
  • συγκεντρώνω
  • συγκέντρωση
  • συγκίνηση
  • συγκινητικός
Страницы
  • следующая →
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
18+
© Academic, 2000-2025
  • Contact us: Technical Support, Advertising
Dictionaries export, created on PHP,
Joomla,
Drupal,
WordPress, MODx.